Μάνο, μ’ ακούς;
Σίγουρα μ’ ακούς και βλέπεις. Και σίγουρα θλίβεσαι.
Έπεσες και εσύ για ακόμη μια φορά θύμα του πολιτικο-πολιτισμικού ξεπεσμού μιας χώρας, που την ύμνησες με πολλή αγάπη με τη μουσική σου, αλλά και με τη δημιουργία τόσο σπουδαίων φορέων για τη μουσική και πολιτιστική ανάτασή της.
Ένα από τα θαυμαστά σου έργα, η Ορχήστρα των Χρωμάτων, έφτασε σε ένα ανέντιμο τέλος από πράξεις κυβερνήσεων και προσώπων χωρίς ιδανικά, που πάντα αντί της ουσίας, προτείνουν τον ανύπαρκτο εαυτό τους.
Σαν Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών, αλλά και σαν Έλληνας δημιουργός, περηφανευόμουν πάντα, διαπιστώνοντας με ενθουσιασμό ότι η Ορχήστρα των Χρωμάτων μεταφέροντας τη δική σου ιδεολογία, μέσω των σπουδαίων συναδέλφων που ανέλαβαν τη συνέχιση του έργου σου, όπως του Γιώργου Κουρουπού, έπαιζε περισσότερα ελληνικά έργα, απ’ όσα οι άλλες ορχήστρες μαζί. Έπαιζαν ακόμη και έργα που συμπλήρωναν τα μακροχρόνια κενά του τόπου μας.
Στο «Περιμένοντας τους Βαρβάρους» του Καβάφη, δε δόθηκε κάποια λύση, αφού οι βάρβαροι δεν ήρθαν ποτέ. Δυστυχώς όμως η πολιτική και πολιτιστική κρίση υπήρχε και θα υπάρχει, όσο οι μη ευαίσθητοι, οι άσχετοι και αυτοί που υποτιμούν τον πολιτισμό, λειτουργούν με φρούδες υποσχέσεις και ξύλινη γλώσσα.
Συγχώρα μας Μάνο.
Εσύ έκανες τόσα πολλά!
Σου το λέω με πολλή συγκίνηση γιατί ζήσαμε το μεγαλείο των πράξεών σου. Μπόρεσες να προχωρήσεις τον τόπο και τον πολιτισμό μας μερικά βήματα. Αν ήσουν κοντά μας, σίγουρα οι άσχετοι δε θα μπορούσαν τόσο ανεύθυνα να εκχυδαΐζουν τον πολιτισμό μας. Δε θα τολμούσαν τόσο ύπουλα να διαλύσουν την Ορχήστρα των Χρωμάτων.
Λυπάμαι που η μεγαλοψυχία σου και η μεγαλοσύνη σου, δε μπόρεσαν να αλλάξουν αυτά για τα οποία αγωνίστηκες: Να κάνεις όλους τους ανεγκέφαλους πολιτικούς, να καταλάβουν τη σημασία και το νόημα του πολιτισμού.
Κρίμα, κρίμα, κρίμα.
Μάνο μ’ ακούς;
Ξέρω, μ’ ακούς, βλέπεις και θλίβεσαι.